”Follow me” .
Στην έκθεση συμμετέχουν οι δημιουργοί: Τάσσα Γκανίδου, Κάλλη Καστώρη, Αθηνά Λατινοπούλου, Αννα-Μαρία Σαμαρά, Μαρία Τριλλίδου
Πρόκειται για μια παρεμβολή στο χωροχρονικό συνεχές…πάνω στο ”νήμα” της αλληλουχίας των γεγονότων, η ”ανάμνηση” μιας ανάμνησης και το εικονικό όπως το μή πραγματικό του διαδικτύου γίνονται ένα.
Σε μια ακολουθία αριθμών δίχως λογική πέντε δημιουργοί χωρίς καμιά φορμαλιστική ομοιότητα αλλά με μοναδικό συσχετισμό την ‘έννοια του νήματος ή και της κλωστής, προβάλουν τους προβληματισμούς τους μέσα από το έργο τους ως ”διαφορικό κατώφλι” στο λαβύρινθο της συνείδησης και της επισφαλούς υπερπληροφόρησης.
Επιλέξαμε ως ημερομηνία εγκαινίων την 8η Μαρτίου ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ σε ανάμνηση μιας μεγάλης εκδήλωσης διαμαρτυρίας που έγινε στις 8 Μαρτίου του 1857 από εργάτριες κλωστοϋφαντουργίας στη Νέα Υόρκη, οι οποίες ζητούσαν καλύτερες συνθήκες εργασίας.
Ο Κωστής Σπανόπουλος σημειώνει:
Ακολουθώντας το ”μίτο”, πέντε γυναίκες αποδίδουν, η κάθε μία με διαφορετικό τρόπο προσέγγισης, τις δημιουργικές τους ανησυχίες. Οι παραλλαγές του ” πολύκλωνου” νήματος της ζωής προσομοιώνονται από τις καλλιτέχνιδες ως «ράμματα» με τις κλωστές μιας επέμβασης στο έργο τους. Με αναφορές στο παρελθόν και με τον εννοιακό συγκρητισμό της θεματικής των έργων προσεγγίζουν το μη απόλυτο και το δαιδαλώδες.
Στους καμβάδες της Κάλλης Καστώρη ο θόρυβος της σιωπής και η ένταση του στατικού αποδίδονται ζωγραφικά με ένα ρεαλισμό χωρίς επιτήδευση. -Capture Frames της απομόνωσης και της αποξένωσης- Αστικά σημεία μια αδιάκοπης αλυσίδας γεγονότων, όπου οι αντικειμενοποιήσεις της ανθρώπινης μορφής είναι ο κενόδοξος ορθολογισμός της κοινωνίας. Οι πολιτισμικές παραστάσεις, τα πρότυπα των κοινωνικών σχέσεων και οι κυκλικοί αντικατοπτρισμοί μιας «παρασιτικής συμβίωσης» είναι οι ιδανικές φόρμες της κοινωνίας στον άξονα της σκοπιμότητας και αποδίδονται ως ένας σχολιασμός με εικαστική πρόθεση στα έργα της.
Η Άννα Μαρία Σαμαρά, αναδημιουργώντας το ιδεατό, επιτυγχάνει το βαθμιαίο αποσυγχρονισμό μιας ατέρμονης κατάστασης. Από την σειρά των ομοιόμορφων στοιχείων στο σύνολο και την χρήση υλικών εννοιολογικής σημασίας ,όπως το σύρμα και τη ”τριχιά”, το έργο διαστέλλεται και έχει διαδραστική συμπεριφορά με το χώρο. Στις αναδυόμενες λοιπόν μεταλλικές άνω πλευρές των συρμάτινων κυψελών της κατασκευής ρέουν νήματα που δημιουργούν συνειρμούς προκαλώντας τον προβληματισμό στον θεατή. Τον σπάγκο που η ίδια τον αντιμετωπίζει ως ύλη και σάρκα μαζί, τον επεξεργάζεται και πάνω σ’ αυτόν προσομοιώνει τη φθορά. Πρόκειται για το μέρος μιας εγκατάστασης με άπειρη πυκνότητα στα στοιχειακά της μέρη, όπου ”υφαίνοντας” η Σαμαρά καταφέρνει να δώσει την αίσθηση κυματοειδών σχηματισμών που αποβάλλουν ή εκπέμπουν μέσα από το ”δυσάρεστο”.
Ο “Δομισμός” και η θεωρητική οπτική ενός μη φορέσιμου γλυπτικού κοσμήματος προβληματίζουν την Τάσσα Γκανίδου, γι’ αυτό και η μεταφορά του στο χώρο δεν αποτελεί κάτι το απαγορευτικό για αυτήν. Με την πλαστική αντιμετώπιση του έργου να βασίζεται στην εμπειρία της, τις διαμορφωτικές τεχνικές της κοσμηματοποιίας, βρίσκει έναν άλλο τρόπο υλοποίησης του «φανταστικού» με αντί-πολύτιμα υλικά όπως ο σίδηρος και η πέτρα. Το ιδανικό και όμορφο δεν είναι η πρόθεση αυτής της δημιουργικής διαδικασίας αλλά το παιχνίδι με την κλίμακα, όπου η λειτουργία του αντικειμένου είναι αυτόνομη και υποστηρίζεται καθ’ ολοκληρίαν από την τοποθέτηση του στο χώρο. Δεν πρόκειται για συμπλήρωμα του όλου μιας εμφάνισης ατόμου, αφού έχοντας ξεφύγει από το χαριτωμένο των μικρών διαστάσεων, μετατρέπεται σε κάτι με μεγαλύτερο όγκο και διαφορετική σημασία. Το διαπιστωτικό αποτέλεσμα είναι μια πραγμάτευση της μεταφοράς από τα μικρά σε αντικείμενο μιας συνολικής κατάστασης σκληρών υλικών με εύθραυστες έννοιες.
Η Μαρία Τριλλίδου, υποθηκεύοντας την εν γένει συνεκτικότητα της λογικής, σχεδιάζει με ευαισθησία και δεξιοτεχνία το αφύσικο. Με την άρτια τεχνική της, τις πολλές λεπτομέρειες και τις αλληλένδετες γραφές της, συνδέει το απόκοσμο με το μυστηριακό και το κοσμικό. Φιλοτεχνώντας εικόνες με ζωικές μορφές και ”ζωώδεις” καταστάσεις προβάλει το έτερο γονεϊκό ήμισυ μιας υπό αμφισβήτηση ηθικής του πραγματικού. Ο τρόπος παρατήρησης της ζωής και των παράλογων συνθηκών εμφανίζεται ως μια καθολική αφετηρία με παράδοξα και μεταβολές. Και ακολουθώντας την ουσιαστικοποίηση οι κλωστικές απολήξεις αποτελούν την σκόπιμη ενέργεια ως ”αρχή” του έργου.
Εικόνες κουβαριών που αποδίδονται με πιστότητα, ζωγραφικά πλέγματα με εμφανείς τις δυνάμεις της ”στρέψης” και διττές έννοιες χαρακτηρίζουν το σύνολο των έργων της Αθηνάς Λατινοπούλου. Η Λατινοπούλου τοποθετεί στη ζωγραφική επιφάνεια ένα σύνολο από στενά συνδεδεμένα κομμάτια χρωματικής ύλης και πεπλατυσμένες μικρές ελεύθερες φόρμες, αφήνοντας να προκύψει μια άμεσα αναγνωρίσιμη εικόνα. Χρωματικοί ”νευρώνες” συνδέουν τις λεπτομέρειες των έργων οι οποίες βρίσκονται σε μια ιδανική διάταξη όπου παράγει το ”αληθινό” χωρίς να χάσει την αιτιακή δομή του και το κανονιστικό του σχήμα. Η εκκριτική λειτουργία συναισθημάτων συνδυάζεται με το νοητικό πλέγμα (ή νήμα) και δεν είναι χρησιμοθηρία, αλλά η συνειδητή και σε εγρήγορση εικαστική στάση της δημιουργού.